Page 20 - U

Basic HTML Version

20
Ξάφνου ακούγεται μια εξαίσια ανδρική φωνή να μιλά για
«ηδονές»
και
«αμβροσία».
Η φωνή αυτή
δεν ανήκει σε παιδί. Υπάρχει χωρίς το πρόσωπό της, για να συμβολίζει την αόρατη παρουσία του
συγγραφέα. Μια κοπέλα με μακριά μαύρα μαλλιά και περίσσια χάρη αναπαριστά τα λόγια, τις λέξεις
της φωνής. Γνέθει. Πρόκειται για μια επιτυχημένη σκηνή, που έχει τις βάσεις της στο αφηγηματικό
θέατρο.
Ακολουθεί ένα παιχνίδι με τις σκιές, ενώ εμφανίζεται ο χορός των κοριτσιών. Ένα κορίτσι λέει μια
φράση
11
και τα υπόλοιπα επαναλαμβάνουν τραγουδιστά. Έπειτα, κάθονται όλες μαζί από τη μια
άκρη της σκηνής ως την άλλη. Τραγουδούν και δουλεύουν. Κοσκινίζουν. Πλέκουν. Ράβουν. (Εικόνα
των οικιακών εργασιών)
Στη συνέχεια, αναπαρίσταται το ταξίδι των ερωτευμένων. Ένα γαλάζιο πανί οριοθετεί τη θάλασσα.
Ένα αγόρι και ένα κορίτσι κάθονται μπροστά από το σχήμα της βάρκας τους, που δεν είναι παρά ένα
χαρτόνι που το κρατούν οι ίδιοι. Το λευκό πανωφόρι της νέας γίνεται καραβόπανο πάνω σε ένα
κοντάρι, που το κρατά ο νέος. Η αφήγηση, η οποία διατηρεί την καθαρεύουσα, συντροφεύει την
όμορφη εικόνα.
12
Οφείλω να αναφέρω σε αυτό το σημείο ότι η ροή της παράστασης έχει επεισοδιακό χαρακτήρα.
Αποτελείται από στιγμιότυπα, ενώ δεν υπάρχει μια κάποια ενιαία πλοκή. Επομένως, από τη σκηνή
της βαρκούλας περνάμε στη σκηνή του μπαξέ. Με οδηγό τη φράση
«Σύ μου θάμπωσες τον ήλιο»
, τα
παιδιά στέκονται πίσω από τα τελάρα κρατώντας λουλούδια που μοιάζουν να έχουν φυτρώσει σε
μπαξέ, καθόσον τα σώματα δε φαίνονται. Οι νεαροί ανεβαίνουν στις σκάλες και κόβουν τα
λουλούδια, για να τα δώσουν στις αγαπημένες τους.
Με οδηγό μια άλλη φράση (
«Έρωτας είναι, δεν είναι γέροντας»
), δημιουργείται μια ακόμα σκηνή. Οι
κοπέλες απλώνουν τα πλυμένα τους ρούχα στην αυλή και συζητούν για τη «μοίρα» των κοριτσιών
(που είναι ο γάμος) αλλά και για τον έρωτα. Ο γάμος θα αναπαρασταθεί και μάλιστα με τρόπο
ανεπαίσθητο και ποιητικό. Δυο νέοι παντρεύονται πίσω από ένα λευκό πανί και εμείς βλέπουμε τα
σώματά τους σαν σκιές!
11
«Άμποτες κι είχαν τελειωμό τα πάθια των ανθρώπων, μορφή δε θα είχανε τα πάθη των ερώτων.»
12
«Αγάπες ταξιδιάρες στο κύμα το θολό.»
&
«Και βούλιαξε η βαρκούλα και πέσαν στο γυαλό.»