Page 7 - U

Basic HTML Version

7
συνολική ολοκλήρωση της παιδείας των μαθητών – μαθητριών, καθόσον ήδη από τις αρχές του 1980
είχαν αποκτήσει την ικανότητα να δημιουργούν (είτε ήταν μέλη του θεατρικού κύκλου είτε όχι!)
επιτυχημένες δραματοποιήσεις των δικών τους, πρωτότυπων, κειμένων.
Ο κύριος Ν. Κοπιδάκης εκείνη την περίοδο είχε εστιάσει την προσοχή του στο μάθημα των
Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου. Για την ακρίβεια, η δουλειά του ίδιου και των παιδιών
επικεντρωνόταν στη χριστουγεννιάτικη εκδήλωση κάθε χρονιάς. Ο ίδιος αναφέρει:
«Είχα
πάντα
τη
διάθεση η χριστουγεννιάτικη εκδήλωση να έχει καθαρά πνευματικό χαρακτήρα, πολύ προβληματισμό
και αληθινή συμμετοχή των παιδιών.»
Αυτό σημαίνει ότι κάθε φορά η εκδήλωση για τα Χριστούγεννα
ήταν διαφορετική, εφόσον τα ερεθίσματα κάθε χρονιάς ήταν διαφορετικά. Συμπερασματικά,
δημιουργήθηκε μια χριστουγεννιάτικη παράδοση που συνένωνε τη Γέννηση με τους
προβληματισμούς και την επικαιρότητα της εκάστοτε χρονιάς. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να
πούμε ότι η σταθερότητα των Χριστουγέννων ερχόταν να συναντήσει την αστάθεια της – κάθε -
εποχής!
Είναι γεγονός ότι αυτός ο χαρακτήρας των χριστουγεννιάτικων εκδηλώσεων υπήρξε η αφορμή, για
να δημιουργηθεί ουσιαστική συνοχή μεταξύ των παιδιών, αλλά και τρόπος ανάδειξης των
διαφορετικών καλλιτεχνικών τους ικανοτήτων. Εφόσον συμμετείχε ολόκληρο το τμήμα στην
προετοιμασία της εκδήλωσης, τα παιδιά μοιράζονταν τις εργασίες και μέσα από αυτές
αναδεικνύονταν οι ικανότεροι «ηθοποιοί» και «σκηνοθέτες» καθώς και οι ικανότεροι «σκηνογράφοι
– ενδυματολόγοι», «ηχολήπτες», «φωτιστές» και «τεχνικοί σκηνής»! Η ευθύνη του εκπαιδευτικού –
στην προκειμένη περίπτωση του κυρίου Ν. Κοπιδάκη – ήταν να παροτρύνει, να εμπνέει και να
εμψυχώνει τη διάθεση των παιδιών για έκφραση και ομαδική δημιουργικότητα.
3
Η μέθοδος που ακολουθούσαν οι μαθητές – μαθήτριες με τον καθηγητή – εμψυχωτή τους ήταν η
ακόλουθη: Επειδή η προετοιμασία μιας παράστασης δεν είναι εύκολη ή απλή υπόθεση, όπως είναι
λογικό, δε γινόταν σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά ούτε και της αφιερωνόταν η μια ή οι δύο
διδακτικές ώρες ενός μαθήματος την εβδομάδα. Ήδη από τον δεύτερο μήνα της σχολικής χρονιάς, ο
καθηγητής – εμψυχωτής ήταν υποχρεωμένος να εργαστεί μαζί με τα παιδιά, έχοντας κατά νου τα
κεντρικά σημεία – στοιχεία της παράστασης που θα ήθελε να προκύψει. Αυτό σημαίνει ότι ο
υπεύθυνος καθηγητής κατηύθυνε τα παιδιά στο να σκεφτούν, να αισθανθούν, να φανταστούν και να
προβληματιστούν, θέτοντάς τους καίρια ερωτήματα ή επισημαίνοντάς τους άξια παρατήρησης
σημεία, με σκοπό να μπορέσουν να εκφράσουν ελεύθερα τις απόψεις τους μέσω της παραγωγής
γραπτού λόγου.
Προχωρώντας πιο πέρα, τα παιδιά αποτύπωναν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους –
ενδεχομένως και τα βιώματά τους – στο χαρτί (είτε επιτυχώς είτε ανεπιτυχώς, αλλά αυτό δεν είχε
τόση σημασία, όση είχε η έκφραση!) και έπειτα τα εμπιστεύονταν στον καθηγητή – εμψυχωτή τους.
Περίπου ένα μήνα πριν από τα Χριστούγεννα, συγκεντρωνόταν ολόκληρη η τάξη – ομάδα τα
θέατρο
και
ιδίως
τα παιδιά
του Λυκείου. Από
τη
δουλειά που
έκανα
στον Όμηρο, από
τα Θρησκευτικά
της Α’ Λυκείου,
διδάσκοντας
τον
μυστηριακό
και
θεατρικό
χαρακτήρα
της Λειτουργίας,
από
την
τετραετή
ενημέρωση
των
παιδιών
ήδη
στη Β’
Λυκείου
5
η
Γυμνασίου
τότε! –
είχα παιδιά
που
καταλάβαιναν
πολλά
πράγματα,
που
μπορούσαν
να
γράψουν
κείμενα
και
μπορούσαν
να
θεατροποιήσουν
μαζί
μου – ως
τάξη
πλέον –
τα
ίδια
τα
κείμενά
τους.»
3
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθούν για μια ακόμη φορά αυτολεξεί τα λόγια του κυρίου Ν. Κοπιδάκη.
«Έτσι δεν άφηνα
κανένα μαθητή να υστερήσει από τη δημιουργία μιας παράστασης. Βέβαια, η πρώτη δυσκολία είναι να εμπνεύσεις τα παιδιά να
γράψουν κείμενα. Η δεύτερη δυσκολία είναι να βοηθήσεις τα παιδιά να διαβάσουν ή να απαγγείλουν. Η τρίτη δυσκολία είναι να
αγαπήσουν τα παιδιά την παράσταση και να μπουν αληθινά στη διαδικασία της δημιουργίας. Τα υπόλοιπα βγαίνουν από την καλή
συζήτηση.»